ακάμωτος

ακάμωτος
Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 230 μ., 17 κάτ.) στην πρώην επαρχία Μονοφατσίου του νομού Ηρακλείου. Υπάγεται διοκητικά στον δήμο Κοφινά.
* * *
-η, -ο
1. εκείνος που δεν είναι καμωμένος, ο μισοτελειωμένος
«δουλειές ακάμωτες», «δρόμος ακάμωτος»
2. (καρπός) αγίνωτος, ανώριμος
3. (αγρός) ακαμάτευτος, ακαλλιέργητος
4. αυτός που δεν μπορεί να κάνει τίποτε, αδέξιος, νωθρός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < α- στερητ. + καμωμένος μτχ. του ρ. καμώνω].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • ακάμωτος — η, ο 1.αυτός που δεν είναι καμωμένος, ασυντέλεστος: Ο δρόμος είναι ακόμη ακάμωτος. 2. (για καρπούς), αγίνωτος: Τα σταφύλια ήταν ακάμωτα. 3. (για χωράφια), αυτός που δεν οργώθηκε: Το χωράφι είναι ακάμωτο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ακαμωσιά — η [ακάμωτος] 1. το να είναι κάτι ακάμωτο, μισοτελειωμένο 2. η αργία, η τεμπελιά 3. μέρος τού χωραφιού που μένει ακαμάτευτο, που δεν τό οργώνουν …   Dictionary of Greek

  • ανέτοιμος — η, ο (Α ἀνέτοιμος, ον) αυτός που δεν είναι έτοιμος, απροπαρασκεύαστος, απροετοίμαστος 2. αυτός που δεν τελείωσε, δεν συντελέστηκε, ακάμωτος αρχ. ανέφικτος, ακατόρθωτος …   Dictionary of Greek

  • αργός — I Πόλη (υψόμ. 40 μ., 24.239 κάτ.), του νομού Αργολίδος, έδρα του ομώνυμου δήμου. Χτισμένο στη θέση της αρχαίας πόλης, διατήρησε το ίδιο όνομα από πανάρχαια χρόνια. Σήμερα είναι ανεπτυγμένο εμπορικό και βιομηχανικό κέντρο με ωραία ρυμοτομία.… …   Dictionary of Greek

  • Στάβιες — Ημιορεινός οικισμός (287 κάτ., υψόμ. 240 μ.), στην επαρχία Μονοφατσίου του νομού Ηρακλείου. Βρίσκεται στα δυτικά του Πύργου. Είναι έδρα της ομώνυμης κοινότητας (49 τ. χλμ., 656 κάτ.), στην οποία ανήκουν και άλλοι τρεις οικισμοί, τα Καπετανιανά… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”